Τα οχήματά μας #4
Συνέχεια από το Τα οχήματά μας #3:
Αγαπητέ αναγνώστες, το μυθιστόρημά μας φτάνει επιτέλους σε κάποιο τέλος. Οι ατελεύτητες αγοραπωλησίες είχαν ταλαιπωρήσει πλείστα τους γείτονες (που δεν ήξεραν από ποιον Miatoχρωματισμό να προφυλάξουν τα βλαστάρια τους όταν πέρναγαν ανυποψίαστα το δρόμο…) και τους μαθητές του σχολείου που εργαζόμουν τότε. Καταλαβαίνετε ότι τα μπουμπούκια της νεολαίας μας κρέμονταν τις εωθινές ώρες από τα κάγκελα της αυλής, με την κρυφή προσμονή στα στήθια τους να λείπει επιτέλους αυτός ο τύρρανος… Η αέναη εναλλαγή χρωμάτων κι ήχων (μπουράκι το Μκ1, μαμά-ψοφιοεξάτμιση το Μκ2, μαμά-ζωηρούλικη αρχικά και τελικό στη συνέχεια το Μκ2.5) είχαν επιφέρει οδυνηρά αποτελέσματα στην ψυχοσύνθεση των παιδιών.
Αξέχαστο θα μου μείνει περιστατικό από τους ελέγχους του πρώτου τριμήνου του σχολικού έτους 2004-2005. Μάνα, που φημιζόταν για τη σαδιστική διάθεση με την οποία υπερφόρτωνε την ταλαίπωρη κόρη της με μαθήματα κι επαναλήψεις πέρα του σχολικού-αναλυτικού προγράμματος και των δικών μου υποχρεώσεων, λέει μειδιώντας αναφερόμενη στην (άχρηστη όπως νόμιζε, αστέρι όπως νόμιζα) κόρη της:
-Αχ, η κόρη μου έχει χάσει τα μυαλά της τελείως. Πριν ένα μήνα ήρθε σπίτι και μας ανέφερε ότι τους κεράσατε για το καινούριο σας αυτοκίνητο. Το ίδιο έκανε και προχτές… Επέμενε μάλιστα ότι όντως ξαναπήρατε αυτοκίνητο. Είναι να εμπιστεύεσαι τα σημερινά παιδιά;
-Μάλλον δεν πρέπει να εμπιστεύεστε τους μεγάλους. Μια χαρά είναι η κόρη σας, εγώ ξανάλλαξα αυτοκίνητο…
Άφωνη η μάνα, δεν πιστεύω να σχετίζεται ο παραπάνω διάλογος με την απομάκρυνση του σπλάχνου της από εκείνο το ιδιωτικό σχολείο την επόμενη χρονιά.
Αλλά για να επιχειρήσουμε μια σύνδεση με τα προηγούμενα:
Ο φίλτατος φοιτητής έχει αντιπροτείνει το ένα επιπλέον χιλιάρικο, πρόταση που έγινε δεκτή με φωταγώγηση του δήμου Βουλιαγμένης και κανονιοβολισμούς από το θωρηκτό Αβέρωφ. Είμαστε λοιπόν στην αναζήτηση Μκ2.5 1.8.
Τετάρτη μεσημεράκι εκείνου του δροσερού Δεκέμβρη, επιστρέφω από το σχολείο και περιδιαβαίνω παρακείμενη μάντρα στη Γλυφάδα, λίγο για να πάρω μια εκτίμηση για το Μκ2, λίγο για να χαζέψω ένα ανθρακί S2000. Όση ώρα περιμένω τον υπεύθυνο επί των ανταλλαγών (sic!), το μάτι μου πέφτει στη Χρυσή Ευκαιρία που έχει παραδίπλα ο μαντράς, φρέσκια-φρέσκια έκδοση. Γρήγορη αναζήτηση (ας είναι καλά που τα 1.8 είναι ελάχιστα μπροστά στις ατελείωτες λίστες με 1.6) αποκαλύπτει μαύρο 1.8 Sporty (6άρι κιβώτιο, δερμάτινα θερμαινόμενα καθίσματα, εργοστασιακά αμορτισέρ της Bilstein, έξτρα δεσίματα πέραν του απλού 1.8 Mid) του 2002 (ήμαστε τέλη 2004, μην ξεχνιέστε εκεί στη γαλαρία) με 32 χιλιάδες χιλιόμετρα προς 18.600!
Με τις τιμές των καινούριων Sporty να ξεπερνούν τα 30 χιλιάρικα, τα αντίστοιχα διετίας να κυμαίνονται στα 22-23, καταλαβαίνετε ότι υπήρξε μια ήπιας μορφής τριχόπτωση, καθώς κι επιτόπια αντιγραφή των στοιχείων του αγγελιοδότη. Η ανταλλαγή με το S δεν πήγε και πολύ καλά, αφού ο sales manager (ξανά sic!) κοστολογούσε το δικό μου στα 13 Κ (ουστ κερατά, έχω 15.5 ζεστά στο χέρι), το S είχε διαφορετικά λάστιχα μπρος-πίσω, τα πίσω μάλιστα σε ελεεινή κατάσταση, οι μπροστινές δισκόπλακες είχαν τόση πατούρα ώστε να μπαίνουν υπόνοιες ότι με το συγκεκριμένο όχημα είχε γίνει το ρεκόρ του Gan San στην πίστα του Nurburgring. Γιατί δεν ξέρω αν σας το είπα, αυτό το S ήταν εισαγωγή από τη Γερμανία…
Ρίχνω λοιπόν μαύρη πέτρα στον μαντρά (που ήθελε 17 χιλιάρικα επιπλέον της αψεγάδιαστης Miatάρας μου για να μου δώσει το χρέπι του Ιάπωνα χερά με το λευκό καλτσάκι) κι επιστρέφω στην οικία μου. Πριν προλάβω να κάτσω σε μια καρέκλα, σκάει τηλεφώνημα από τον φίλο που επίσης έψαχνε να δώσει ένα τέλος στην αναζήτησή μου, για προσωπική του λύτρωση βεβαίως-βεβαίως.
-Έλα ρε παπάρα (α μπα, αναβαθμίζεις το λεξιλόγιό σου Γιωργάκη), πουλιέται ένα Sporty για 18.600!
-Το ξέρω μάνα μου.
-Κιόλας; Λοιπόν, πότε θα πας να το δεις;
-Το νωρίτερο.
Κι όντως, ακολούθησε τηλεφώνημα στον ιδιοκτήτη και κανονίστηκε ραντεβού για το ίδιο απόγευμα στο Περιστέρι. Πρώτη βόλτα και παθαίνω την πλάκα μου. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα να ονειρευτώ. Έλα όμως που η τιμή ήταν σκανδαλιστικά χαμηλή… ο λογισμός μου έτρεχε σε μακάβριες ιστορίες με συγκολλημένα στη μέση τροπέτα που ο μηχανικός δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως, βαρεμένες μπιέλες, σαπίλα εκ των γερμανικών αλατιών, ένεκα αντιμετώπισης του χιονιά της βορειοκεντρικοευρωπαϊκής χώρας… Έτσι, κανονίστηκε για την επόμενη ραντεβού με δύο μηχανικούς, για να βρούμε σίγουρα το λάκκο της φάβας, το τυράκι της φάκας, την αχλάδα που έχει πίσω την ουρά και λοιπές παροιμίες του τόπου μας.
Οι δύο μηχανικοί δε βρήκαν τίποτα το μεμπτό, εμένα όμως με έτρωγε η αγωνία. Καθώς θα έπρεπε να ξεβρακωθώ για μια ακόμα φορά, δαπανώντας τα 15.5 που καλόπιστα θα μου έδινε ο φίλτατος και δανειζόμενος άλλα τρία υπό μορφή καταναλωτικού δανείου, δε μου περίσσευαν χρήματα για ενδεχόμενη μεγαλειώδη βλάβη. Ο φίλος μου καιγόταν από την κάψα του, θύμιζε τη φλεγόμενη βάτο του Αβραάμ και προσπαθούσε επί ματαίω να με πείσει ότι το μαγικό άγγιγμα του Μίδα είχε κάνει μια ακόμα φορά το θαύμα του, ότι δεν είχα τίποτα να φοβηθώ κι να μη χρονοτριβώ γιατί θα χάσω την ευκαιριάρα της χρονιάς (μέχρι την επόμενη πάντα).
Προσπάθησα να παζαρέψω λίγο την τιμή, προλαμβάνοντας ενδεχόμενη μελλοντική οικονομική αφαίμαξη λόγω ζημιάς, αλλά ήταν ανώφελο… ο αγοραστής δε χάριζε ούτε πενηντάλεπτο (και μεταξύ μας, καλά έκανε).
Η ιστορία δικαίωσε απόλυτα τόσο αυτόν, όσο και τον φίλο μου. Μετά από 7.5 χρόνια χρήσης, 115 χιλιάδες χιλιόμετρα, 21 κανονικές πίστες και καμιά 50αριά ανεπίσημες σε πίστες καρτ, η Miatάρα συνέχιζε να αποδίδει στον υπερθετικό βαθμό, χωρίς να έχει παρουσιάσει οποιαδήποτε μηχανική βλάβη μέχρι την πρώτη και μοναδική, που την άφησε στον τόπο (περισσότερα για αυτήν αύριο). Μόνο κάποιες ηλεκτρολογικές χαζομαρούλες είχαν χαλάσει την υπεράριστη εικόνα (δύο πολλαπλασιαστές, ένα ρελέ και κάτι άλλα χαζά…). Κάθε μέρα που οδηγούσα τον μαύρο Πάνθηρα (χαρακτηρισμός που ανήκει σε εκπρόσωπο του ασθενούς φύλου, εγώ δεν είχα σκεφτεί ποτέ να ονοματοδοτήσω αυτοκίνητό μου) με έκανε να χαμογελώ, μου ικανοποιούσε όλα τα γούστα. Ένα εξαιρετικά φθηνό κέφι (σιδερένιες ζαντούλες και μεταχειρισμένα ελαστικά που ευδοκιμούσαν σε αφθονιά έξω από βουλκανιζατέρ και μια πίστα καρτ αρκούσαν για να λυσσάξεις στα drift), λογικότατο σε συντήρηση και κορυφαίο στο να κινείται με το πλάι…
Μόνο μία φορά ξενέρωσα, οδηγώντας το μετά από κάποιο άλλο όχημα. Κι αυτό δεν ήταν κάποιο βελτιωμένο STi ή το καινούριο Miata, αλλά ένα S2000 σκαλισμένο στον υπέρτατο βαθμό. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
Συνεχίζεται…