Η Γερμανία δε συντάσσεται με τη θέσπιση ορίων ταχύτητας
Τα τελευταία χρόνια, οι τελικές ταχύτητες των οχημάτων έχουν ανέβει σε δυσθεώρητα ύψη, οδηγώντας σε εκκλήσεις για επιβολή ορίου ταχύτητας στις γερμανικές autobahn, τους τελεταίους αυτοκινητοδρόμους στον πλανήτη χωρίς περιορισμό στην ταχύτητα κίνησης. Ο Υπουργός Μεταφορών της χώρας, Volker Wissing, σπεύδει τώρα να καθησυχάσει κάθε λάτρη της γρήγορης οδήγησης σχετικά με την εισαγωγή ορίου.
«Η ταχύτητα κίνησης είναι προσωπική ευθύνη των πολιτών, αρκεί να μην κινδυνεύουν οι υπόλοιποι χρήστες του δικτύου», δήλωσε ο Wissing σε γερμανικά μέσα ενημέρωσης. «Οι υψηλές τιμές της ενέργειας ήδη αναγκάζουν πολλούς ανθρώπους να οδηγούν πιο αργά. Και με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, η ταχύτητα θα πέσει περαιτέρω για να μην ξελιγώνονται οι μπαταρίες».
Ο Wissing είναι μέλος μιας κυβέρνησης συνασπισμού που εξελέγη τον Οκτώβριο του 2021. Ένα από τα κόμματα του συνασπισμού ήταν υπέρ του ορίου ταχύτητας, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με το εάν αυτό θα γινόταν προτεραιότητα στην πολιτική τους ατζέντα. Εκείνη την εποχή εμφανίστηκαν διάφορες αναφορές που υποστήριζαν δημόσια κάτι τέτοιο, ακόμα κι από τον τότε οδηγό της Formula 1, Sebastian Vettel, ο οποίος πήρε θέση υπέρ της επιβολής κάποιας ανώτατης ταχύτητας κίνησης.
Με τις υψηλές τιμές της ενέργειας που προκλήθηκαν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το ζήτημα του ορίου ταχύτητας αναζωπυρώθηκε για άλλη μια φορά. Ο Wissing ωστόσο διέλυσε τη φημολογία και μίλησε ακόμη και για επέκταση των αυτοκινητοδρόμων για να ελαχιστοποιηθεί η συμφόρηση, παρά τις αντιρρήσεις από άλλους στην κυβέρνηση. «Στη Γερμανία, όχι μόνο ο αριθμός των αυτοκινήτων, αλλά κι η κίνηση των εμπορευμάτων αυξάνεται συνεχώς όλα αυτά τα χρόνια», είπε ο Wissing. «Ωστόσο, αυτό δεν έχει ισοφαριστεί από αντίστοιχη επέκταση στα δίκτυα, ούτε σιδηροδρομικώς ούτε οδικώς».
Η ανάπτυξη του δικτύου αυτοκινητοδρόμων είναι αντίθετη με τους περιβαλλοντικούς στόχους των άλλων κομμάτων της χώρας, οδηγώντας σε τριβές εντός της κυβέρνησης. Ο Wissing ωστόσο, επισημαίνει ότι «το 2023 θα υπάρξουν άλλοι 50 εκατομμύρια τόνοι προς μεταφορά. Ακόμα κι αν δεν αρέσει σε όλους, θα υπάρχει περισσότερη κίνηση στους γερμανικούς δρόμους και πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Διαφορετικά, η οικονομία θα δεχθεί πλήγμα και θα χάσουμε θέσεις εργασίας».